- ἀναπηνίζομαι
- ἀναπηνίζομαι,A unwind, reel off, of the thread of a silk worm's cocoon, Arist.HA551b14; τὸ τῆς πέρκης κύημα ἀ. οἱ ἁλιεῖς ib.568a24.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀναπηνιζόμεναι — ἀναπηνίζομαι unwind pres part mp fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναπηνίζονται — ἀναπηνίζομαι unwind pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αναπηνίζω — (Α ἀναπηνίζομαι) (για νήμα) ξετυλίγω νήμα και, κυρίως, τραβώ την κλωστή τού μεταξοσκώληκα νεοελλ. 1. ξετυλίγω τη μεταξωτή κλωστή από το κουκούλι τού μεταξοσκώληκα και τήν τυλίγω σε μασούρι, μπομπίνα ή ανέμη 2. ξετυλίγω νήμα από μασούρι ή κούκλα… … Dictionary of Greek